[Φωτό: Queens, Ν.Υ., 2007]
Here we aren't, so quickly. — J. S. Foer
Εκείνος αναρωτιέται διαρκώς τί υπάρχει μετά το τέλος, τί είναι η βαρύτητα, γιατί
ονόμασαν την ανατολή ανατολή και τη δύση δύση, γιατί να είναι αλλεργικός
στο τυρί και τις γάτες, από ποιά κακή συγκυρία γνωρίστηκαν ο παππούς και η
γιαγιά του (από την πλευρά του πατέρα του), τί χρώμα είναι το μέσα μέρος από το
δέρμα του αφού δεν το βλέπει ποτέ ο ήλιος. Μασάει κάθε μπουκιά από το φαγητό του τριαντατρείς
φορές, δε βλέπει ντοκυμαντέρ με τη θάλασσα γιατί τον τρομάζει το σκούρο
μπλε, φοράει πάντα σκουρόχρωμες κάλτσες και βάζει το ρολόι του πέντε λεπτά
μπροστά στην προσπάθειά του να είναι συνεπής στα ραντεβού του· μερικές φορές
διαβάζει στο τρένο, αλλά συνήθως ζαλίζεται.
Εκείνη δεν την απασχολούν ζητήματα
όπως ο θάνατος, το Big Bang, οι Κόκκινοι Γίγαντες και οι Λευκοί Νάνοι, μετράει
κάθε φορά τα φύλλα στα τριαντάφυλλα που της χαρίζουν σαν να μην έχει πίστη στη
φύση, λατρεύει τον πατέρα της (και γι’ αυτό δεν του μιλά ποτέ) και δεν αντέχει
τη μητέρα της (γι’ αυτό της εξομολογείται τα πιο μύχια μυστικά της). Τα μαλλιά
της είναι κόκκινα, φοράει ρούχα που δεν την κολακεύουν, πίνει θολά ποτά
μέχρι που γίνεται λιώμα, δεν είναι ποτέ στην ώρα της από κόντρα με το χρόνο
που δε φυλακίζεται (αλλά φυλακίζει), αρνείται να κυκλοφορεί υπό ήλιο τα καλοκαίρια ή μετά τη
δύση του ηλίου τους χειμώνες, οδηγεί σαν μανιακή και συλλέγει κλήσεις· κρύβει
σαπουνάκια διαφόρων αρωμάτων ανάμεσα στις πετσέτες και τα σεντόνια της.
Οι δυο
τους πρωτοσυναντήθηκαν Δεκέμβρη στο Μανχάταν: εκείνος επειδή λατρεύει τον τρόπο
που ο πάγος εξαχνώνεται από τα κλαδιά των δέντρων κι εκείνη επειδή σιχαίνεται τις γιορτές στο
εξοχικό των δικών της στο Κολντ Σπρινγκ Χάρμπορ. Εκείνος της διηγήθηκε πως μικρός, τους χειμώνες, κλειδωνόταν μέσα στο αμάξι του θείου του, σαν μέσα σε ολόδικό του ψυγείο που πάγωνε το χρόνο.
Εκείνη του είπε πως «αυτό ακούγεται εντελώς χαζό». Εκείνος
κατάλαβε ότι ήταν καμουφλαρισμένο φλερτ. Εκείνη του ζήτησε να
ξαναβρεθούν. Εκείνος την πήγε βραδινή βόλτα, υπό χιόνι, στο Σεντραλ Παρκ. Εκείνη τον ρώτησε
αν τη βρίσκει όμορφη. Εκείνος της είπε «έχει σημασία;». Εκείνη απάντησε «όχι».
Ύστερα τα ίχνη τους χάθηκαν.